Η Επικοινωνία της επιστήμης του χθες και του σήμερα
Αν και η έννοια της επιστήμης δεν είναι σταθερή στον χρόνο, η ανάγκη του ανθρώπου να εξερευνήσει την πραγματικότητα που τον περιβάλλει είναι διαχρονική. Αυτό που αλλάζει ανάλογα με την εποχή, είναι ο τρόπος που πραγματοποιεί την εξερεύνησή του. Την ίδια διαχρονικότητα παρουσιάζει και η προσπάθεια να επικοινωνήσει την έρευνά του. Αλλά και σε αυτήν την περίπτωση η ένταση, ο τρόπος και ο σκοπός της επικοινωνίας διαφέρουν από εποχή σε εποχή.
Η επικοινωνία της επιστήμης τον 17ο και 18ο αι.
Ο 17ος και ο 18ος αι. είναι η εποχή εκείνη κατά την οποία η έρευνα του κόσμου άρχισε να αποκτά μια πρώιμη μορφή επιστήμης. Την ίδια περίοδο ο ερασιτέχνης επιστήμονας ένιωσε την ανάγκη να επικοινωνήσει τα ερευνητικά του αποτελέσματα στο ευρύτερο κοινό. Τον 17ο και 18ο αι. οι επιδείξεις γίνονται αποκλειστικά από τους ίδιους τους ερευνητές, χωρίς διαμεσολαβητές Το βασικό εργαλείο επικοινωνίας εκείνης της εποχής, ήταν οι διαλέξεις στα καφενεία και οι δημόσιες επιδείξεις πειραμάτων στα σαλόνια των κυριών, με μάρτυρες άνδρες από τις τάξεις των ευγενών, ώστε σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής να υπάρχει εγγύηση αξιοπιστίας[1].Το κοινό στο οποίο απευθύνονταν ήταν οι ανώτερες τάξεις των ευγενών, αλλά με την πάροδο του χρόνου, επεκτάθηκαν και στη μεσαία τάξη[2]. Ο κυριότερος λόγος αυτών των επιδείξεων ήταν η δημόσια ευχαρίστηση των πατρόνων, οι οποίοι ήταν οι χρηματοδότες των ερευνητών[3]. Για τον λόγο αυτόν και η επικοινωνία ήταν απαραίτητη προκειμένου να εξασφαλίσουν μελλοντικές χορηγίες, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη η έρευνα δεν είχε την επαγγελματική μορφή που έχει σήμερα, αλλά ήταν συνήθως μια ερασιτεχνική απασχόληση ευκατάστατων ανθρώπων.
Ένας δεύτερος λόγος ήταν η πεποίθηση ότι με αυτόν τον τρόπο θα συνεισέφεραν στο κοινό καλό[4], αφού η γνώση αυτή θα μπορούσε να χρησιμεύσει στην πρόοδο της κοινωνίας. Με το πέρασμα των χρόνων η δημοσίευση των ερευνητικών αποτελεσμάτων είχε ολοένα και πιο πρακτική σκοπιμότητα.
Η επικοινωνία της Επιστήμης σήμερα και η σχέση της με το χθες.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, η επικοινωνία της επιστημονικής γνώσης άλλαξε τόσο σε ένταση, όσο και σε μεθοδολογία. Η επιστήμη χωρίστηκε σε πολλούς κλάδους, ενώ εντάθηκε και η επαγγελματικοποίησή της. Η απόσταση του επιστήμονα από τον απλό πολίτη του 17ου αι., μετατράπηκε σε χάσμα τον 20ο αι. Η χρηματοδότηση της έρευνας ανατέθηκε στις κυβερνήσεις, αφού κρίθηκε αναγκαία η πληροφόρηση του κοινού, έτσι ώστε να νομιμοποιηθούν πολλές από τις αποφάσεις τους, ιδιαίτερα μετά από τους δύο παγκοσμίους πολέμους. Καθώς όμως το ενδιαφέρον των επιστημόνων είχε επικεντρωθεί αποκλειστικά στην ακαδημαϊκή κοινότητα, την εκλαΐκευση της γνώσης ανέλαβαν κυρίως επαγγελματίες των ΜΜΕ, με εξαίρεση κάποιους ελάχιστους επιστήμονες, οι οποίοι εκλαΐκευαν οι ίδιοι τα έργα τους για ηθικούς και ιδεολογικούς λόγους[5]. Τα τελευταία χρόνια, καθώς μειώνονται οι κρατικές επιχορηγήσεις, τα πανεπιστήμια έχουνε περάσει στην αναζήτηση πόρων, μέσα από δραστηριότητες που τα ίδια δημιουργούν, προκειμένου να αποκτήσουν έσοδα[6].
Από τον 20ο αι. το κυρίαρχο μέσο επικοινωνίας ήταν το ραδιόφωνο και η τηλεόραση, μέσω εκπομπών, ντοκιμαντέρ, συζητήσεων κλπ, χωρίς να λείπει και η έντυπη μορφή πληροφόρησης. Ωστόσο οι ανακρίβειες και οι υπερβολές στην ενημέρωση, ανάγκασαν τα Πανεπιστήμια να αναλάβουν τα ίδια την επικοινωνία, μέσω Γραφείων Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων και έκδοσης Δελτίων τύπου[7], ενώ από το 1980 και μετά, εμφανίζεται η Επικοινωνία της Επιστήμης, ως ιδιαίτερος ακαδημαϊκός κλάδος[8]. Υπάρχει, με άλλα λόγια, μια μεγάλη ποικιλία στους εμπλεκόμενους φορείς εκλαΐκευσης, σε σχέση με τον 17ο αι.
Όσον αφορά το κοινό στο οποίο απευθύνεται σήμερα η επικοινωνία της επιστήμης, γίνεται πλέον φανερό ότι αυτό δεν είναι μία συγκεκριμένη κοινωνική τάξη όπως τον 17οαι., αλλά όλοι οι εγγράμματοι πολίτες, ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες χώρες. Οι στόχοι είναι πολιτικοί (νομιμοποίηση πολιτικών αποφάσεων), κοινωνικοί (ενημέρωση για προβλήματα και πιθανούς κινδύνους, καθώς και η προστασία των πολιτών από κινδύνους που προκύπτουν ή μπορεί να προκύψουν στο μέλλον) αλλά και οικονομικοί (αναζήτηση χρηματοδοτήσεων).
Αυτό που δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου από τον 17ο αι. μέχρι και σήμερα είναι ότι το βασικό μοντέλο επικοινωνίας της επιστήμης, κινείται στο πλαίσιο του επιστημονισμού, υποθέτοντας την πλήρη άγνοια του κοινού σε ζητήματα επιστήμης (Μοντέλο γνωστικού κενού)[9]. Τα τελευταία χρόνια όμως, έχει τεθεί, με ολοένα και αυξανόμενη ένταση, το αίτημα για εκδημοκρατισμό του επικοινωνιακού μοντέλου και μετατροπής του από μονόπλευρο, σε διαλογικό και συμμετοχικό, ώστε η γνώση να προκύπτει μέσα από την αλληλοδιάδραση επιστημόνων και κοινού, καθώς και η λήψη των σχετικών αποφάσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δημιουργία της διάσκεψης συναίνεσης της Δανίας, αλλά και άλλες ομάδες δράσης πολιτών[10]. Οι κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, η διευκόλυνση της μετάδοσης της πληροφορίας αλλά και της επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, η αλματώδης ανάπτυξη της τεχνοεπιστήμης, η ραγδαία εξάπλωση της παραπληροφόρησης και οι κίνδυνοι που συνεπάγονται από αυτήν, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη να εμπλακούν και οι πολίτες σε επιστημονικές διεργασίες και αποφάσεις, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα σαν και αυτά που παρουσιάστηκαν την εποχή της πανδημίας του κορονοϊού, με πολύ άσχημες επιπτώσεις για την κοινωνία.
[1]P.J. Bower, I.R.Morus, H ιστορία της νεότερης επιστήμης. Μια επισκόπηση, μτφ. Β. Σπυροπούλου (Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης,2020) 349.
[2] Όπ.,43.
[3] Όπ.,30.
[4] Όπ.,43.
[5]Λ. Αρνέλλου, και Κ. Δημόπουλου, Επικοινωνία της Επιστήμης. Οδηγός Μελέτης (Πάτρα: 2021) 55.
[6]S.Sismondo,Εισαγωγή στις Σπουδές Επιστήμης και Τεχνολογίας, Μτφ. Β. Σπυροπούλου επ. Μ. Πατηνιώτη (Αθήνα: εκδ. Liberal Books, 2016)315.
[7]Όπ., 58.
[8] Λ. Αρνέλλου, και Κ. Δημόπουλου, Επικοινωνία της Επιστήμης, 12.
[9] Όπ., 40.
[10] S.Sismondo,Εισαγωγή στις Σπουδές Επιστήμης και Τεχνολογίας,301.
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Bower P.J., Morus I.R, H ιστορία της νεότερης επιστήμης. Μια επισκόπηση, μτφ. Β. Σπυροπούλου (Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης,2020)
Sismondo S.,Εισαγωγή στις Σπουδές Επιστήμης και Τεχνολογίας, Μτφ. Β. Σπυροπούλου επ. Μ. Πατηνιώτη (Αθήνα: εκδ. Liberal Books, 2016).
Αρνέλλου Λ. και Δημόπουλου Κ., Επικοινωνία της Επιστήμης. Οδηγός Μελέτης (Πάτρα: 2021)